χειρονομία

χειρονομία
η, ΝΜΑ [χειρονόμος]
νεοελλ.-μσν.
τρόπος διεύθυνσης εκκλησιαστικής χορωδίας με κινήσεις τού δεξιού χεριού ή τών δαχτύλων τού χοράρχη
νεοελλ.
1. αυτόματη, μηχανική κίνηση τών χεριών που γίνεται κατά την ομιλία («μιλούσε με ζωηρές χειρονομίες»)
2. κίνηση τών χεριών με ειδική, συνθηματική σημασία («υβριστική [ή προσβλητική ή άσεμνη] χειρονομία»)
3. άσεμνη ενόχληση με το χέρι («βρήκε την ευκαιρία στον συνωστισμό και άρχισε τις χειρονομίες»)
4. μτφ. αξιέπαινη πράξη («ωραία [ή ευγενική] χειρονομία»)
αρχ.
1. ρυθμική κίνηση τών χεριών σε διάφορες ασκήσεις
2. παντομιμική κίνηση τών χεριών
3. φρ. «ἐν χειρονομίᾳ» — με επιβολή βίας, με χειροδικία (ΠΔ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χειρονομία — χειρονομίᾱ , χειρονομία shadow boxing fem nom/voc/acc dual χειρονομίᾱ , χειρονομία shadow boxing fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρονομίᾳ — χειρονομίαι , χειρονομία shadow boxing fem nom/voc pl χειρονομίᾱͅ , χειρονομία shadow boxing fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρονομία — η 1. κίνηση των χεριών που συνοδεύει αυτόματα την ομιλία. 2. συνθηματική κίνηση των χεριών με ορισμένη σημασία. 3. πείραγμα με το χέρι: Να μη μου ξανακάνεις χειρονομίες. 4. αξιέπαινη πράξη: Αυτό που έκανες ήταν ευγενική χειρονομία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χειρονομίας — χειρονομίᾱς , χειρονομία shadow boxing fem acc pl χειρονομίᾱς , χειρονομία shadow boxing fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρονομίαι — χειρονομία shadow boxing fem nom/voc pl χειρονομίᾱͅ , χειρονομία shadow boxing fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρονομίαν — χειρονομίᾱν , χειρονομία shadow boxing fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Хирономия — (Χειρονομία) у древних греков, в мимическом искусстве и атлетике, ритмическое, сообразованное с требованиями изящества, гармонии и красоты, движение кистей и рук. В танцах X. противополагалась движению ног (это последнее выражалось глаголом… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Хейрономия —    • Χειρονομία,          мимическое движение или представление, особенно действие рук в греческой орхестике; кроме того, в палестре, род упражнений в борьбе без противника (σκιομαχία), причем боец новичок изучал наилучшие положения и движения… …   Реальный словарь классических древностей

  • χειρονομίαις — χειρονομία shadow boxing fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρονομίη — χειρονομία shadow boxing fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”